Η κριτική της αλλοτρίωσης. Του Γιώργου Μερτίκα

Ο σοσιαλισμός, η νέα ολότητα την οποία επαγγέλλεται η εγελιανή-μαρξική θεωρία της αλλοτρίωσης, και του Μέσαρος, είναι μια πολιτική θεολογία χωρίς θεό, μια πολιτική ανθρωπολογία. Αυτή η πολιτική ανθρωπολογία έχει σαν τέλος, σαν σκοπό, την άρση της αποξένωσης-αλλοτρίωσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο, από την παραγωγική του δραστηριότητα, από τη σχέση του με τον εξωτερικό κόσμο της φύσης.

Η κριτική της αλλοτρίωσης.
Του Γιώργου Μερτίκα

ΙΣΤΒΑΝ ΜΕΣΑΡΟΣ, Η θεωρία του Μαρξ για την αλλοτρίωση, μτφρ.: Ελένη Κωνσταντινίδου, επιμ.: Γιάννης Κρητικός, εκδ. κουκκίδα, σελ. 369

Ο εγελιανός μαρξισμός, η διαλεκτική «αντιστροφή» του Χέγκελ από τον Μαρξ, απετέλεσε -και αποτελεί- ένα από τα δεσπόζοντα ρεύματα στη φιλοσοφική ερμηνεία της μαρξικής σκέψης, το οποίο πολύ συχνά προσδιορίζεται ως φιλοσοφία της πράξης.

Αυτή η ριζοσπαστική παράδοση, όμοια μ’ αρκετές άλλες, δεν είναι κάτι το ενιαίο. Η επιλεκτική ερμηνεία του Χέγκελ, η βαρύτητα που δίνεται σε συγκεκριμένες πλευρές της διαλεκτικής του, και ο συνδυασμός με άλλους φιλοσόφους ή φιλοσοφικές παραδόσεις παίζουν έναν αποφασιστικό ρόλο στις διαφορετικές σχολές που έτσι αναπτύχθηκαν.

Εάν θέλουμε, όμως, να ανιχνεύσουμε έναν κοινό παρονομαστή, μια κοινή πηγή αυτού του ρεύματος σκέψης, ασφαλώς θα τα εντοπίσουμε στα Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα του 1844 του Κάρολου Μαρξ.

Εδώ το κυρίαρχο θέμα, η ιδέα που διακατέχει τον Μαρξ, είναι η κριτική της αλλοτρίωσης. Η κριτική του Φώυερμπαχ στη θρησκεία, είναι ένα έναυσμα για τον Μαρξ να χρησιμοποιήσει το εννοιολογικό όπλο της αλλοτρίωσης για να διεισδύσει κριτικά στη φαινομενολογία της κοινωνικής ζωής.

Εάν, λοιπόν, ο Φώυερμπαχ διέρρηξε τις αλυσίδες που δένουν τους ανθρώπους στον ουρανό τότε χρειάζεται να προχωρήσουμε στο σπάσιμο των επίγειων αλυσίδων του ανθρώπου, των βέβηλων μορφών της αλλοτρίωσης. Και γι’ αυτό η κριτική του Μαρξ στρέφεται από τις θρησκευτικές στις εκκοσμικευμένες μορφές της ανθρώπινης αλλοτρίωσης: στη σφαίρα της φιλοσοφίας και της οικονομίας.

Βέβαια, όπως ο ίδιος αποφαίνεται έκτοτε σε κάθε ευκαιρία, η κριτική της μεταφυσικής δεν αρκεί∙ η «αντιστροφή» της διαλεκτικής, η απόσπασή της από το «ιδεαλιστικό» πλαίσιο, μπορεί να ’ναι μια επιστημολογική ρήξη με το παρελθόν, αλλά εκείνη η σφαίρα που έχει την πρωτοκαθεδρία είναι η ανθρωποποίητη σφαίρα της οικονομίας.

Η οικονομία, που χάρη στη βιομηχανική επανάσταση ανεξαρτητοποιήθηκε από κάθε λογής φυσικούς περιορισμούς, εκφράζει τώρα με τους νόμους της αποκλειστικά και μόνο την ανθρώπινη αλλοτρίωση.

Γι’ αυτό και το μείζον πολιτικό επίτευγμα του Μαρξ, η μεγάλη ανατροπή στη ριζοσπαστική σκέψη, είναι ότι μετατοπίζει την κριτική από τη σφαίρα του «εποικοδομήματος» -της υπερδομής- στη σφαίρα της παραγωγής και άρα στην υλική-οικονομική αλλοτρίωση, όπως αυτή εκδηλώνεται με την κυριαρχία του κεφαλαίου.

Τα Χειρόγραφα του 1844 πρωτοδημοσιεύτηκαν το 1932, με την επιμέλεια των Γκέοργκ Λούκατς και Ριαζάνωφ. Ωστόσο η εγελιανή στροφή των μαρξιστών επιγόνων και η κριτική στην αλλοτρίωση είχε ήδη εγκαινιαστεί από τον Λούκατς, με το πιο διάσημο έργο του, Ιστορία και ταξική συνείδηση, που δημοσιεύτηκε το 1923.

Η εξιστόρηση της οδύσσειας αυτού του συγγράμματος και όσων διαδρομών –αδιέξοδων ή όχι– άνοιξε για τη θεωρία μα και για την πράξη δεν μπορεί να συνοψιστεί σ’ ένα σύντομο σημείωμα όπως αυτό. Χρειάζεται όμως να πούμε ότι σε σχέση με τη θεωρία της αλλοτρίωσης το δοκίμιο, με τίτλο «Η πραγμοποίηση και η συνείδηση του προλεταριάτου», το οποίο είναι θεμελιώδες γι’ αυτό το βιβλίο, ήταν μια κορυφαία στιγμή της κριτικής θεωρίας.

Σε τούτο το δοκίμιο ο Λούκατς θα δώσει μια φιλοσοφική ερμηνεία για το Κεφάλαιο του Μαρξ με έρεισμα τον «φετιχισμό του εμπορεύματος», όπως αναλύεται στον πρώτο τόμο του συγγράμματος.[1]

«Η πραγμοποίηση», γράφει ο Λούκατς, «είναι η αναγκαία άμεση πραγματικότητα για κάθε άνθρωπο που ζει στον καπιταλισμό, (και) η υπέρβασή της δεν μπορεί να πάρει άλλη μορφή από την αδιάκοπη, διαρκώς ανανεούμενη τάση να διαρρηχθεί πρακτικά η πραγμοποιημένη δομή της ύπαρξης μέσω συγκεκριμένης αναφοράς στις συγκεκριμένα εμφανιζόμενες αντιφάσεις της συνολικής εξέλιξης, μέσω συνειδητοποίησης του εμμενούς νοήματος αυτών των αντιφάσεων για τη συνολική εξέλιξη».[2]

Ακόμα κι αν η πολιτική συγκυρία αποτύπωσε τα όρια της στην εξέλιξη της σκέψης του Λούκατς, οι ενοράσεις του για την πραγμοποίηση είναι ο μίτος που μια πλειάδα μαθητών του -ο κύκλος της Βουδαπέστης- θα ακολουθήσουν για να παραγάγουν γόνιμα έργα σε όλες τις σφαίρες του πολιτισμού και της κουλτούρας.[3]

Ο Ίστβαν Μέσαρος, μαθητής και συνεργάτης του Λούκατς, είναι ένας από εκείνους που θα φέρει εις πέρας το πρόγραμμα-πρόταγμα κριτικής της αλλοτρίωσης-πραγμοποίησης, σε σφαίρες τόσο διαφορετικές όπως η φιλοσοφία, το δίκαιο, η αισθητική και η οικονομία. Το σύγγραμμά του Η θεωρία του Μαρξ για την αλλοτρίωση είναι η συνόψιση αυτού του προγράμματος.

Ο στοχασμός του Μέσαρος εκδιπλώνεται με βάση το πρόγραμμα μιας διαλεκτικής άρνησης της αλλοτρίωσης. Διαλεκτική άρνηση σημαίνει υπέρβαση-ξεπέρασμα και συνάμα διατήρηση του δεδομένου που αρνούμαστε. Σ’ αυτή τη συνάφεια χρειάζεται να πούμε πως η αλλοτρίωση από μόνη της δεν είναι κάτι το αρνητικό με την τρέχουσα έννοια της λέξης. Κάθε έργο του πολιτισμού, κάθε τι που δημιουργεί ο άνθρωπος –πνευματικό ή υλικό αγαθό- είναι μια αλλοτρίωση, μια πραγμοποίηση του εαυτού.

Η ίδια η πολιτική και κοινωνική ζωή, η πολιτική κοινότητα είναι μια αλλοτρίωση του εαυτού, του ιδιωτικού μας εαυτού, που απαλλοτριώνεται από το κοινωνικό σύνολο. Ό,τι ο Μαρξ ζητά να ξεπεραστεί διαλεκτικά είναι ο αλλοτριωμένος κόσμος του καπιταλισμού, ο φετιχισμός του εμπορεύματος. Φετιχισμός για τον Μαρξ, λέει ο Μέσαρος, είναι να θεωρείται ο πλούτος που παράγει ο άνθρωπος σαν κάτι ξένο, εξωτερικό από τον ίδιο, σαν κάτι που έχει τη μορφή της απόλυτης αντικειμενικότητας.

Κι απόλυτη αντικειμενικότητα είναι το καντιανό πράγμα καθ’ εαυτό, ο αλλότριος-αλλοτριωμένος κόσμος της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Υπ’ αυτήν την έννοια η διαλεκτική άρνηση του καθ’ εαυτό, της δεδομένης πραγματικότητας, είναι η άρση της αλλοτρίωσης, η διατήρηση και συνάμα η αναίρεσή της, μέσα σε μια νέα ολότητα.

Ο σοσιαλισμός, η νέα ολότητα την οποία επαγγέλλεται η εγελιανή-μαρξική θεωρία της αλλοτρίωσης, και του Μέσαρος, είναι μια πολιτική θεολογία χωρίς θεό, μια πολιτική ανθρωπολογία.

Αυτή η πολιτική ανθρωπολογία έχει σαν τέλος, σαν σκοπό, την άρση της αποξένωσης-αλλοτρίωσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο, από την παραγωγική του δραστηριότητα, από τη σχέση του με τον εξωτερικό κόσμο της φύσης. Ανάληψη του καθ’ εαυτό, της δεδομένης πραγματικότητας από το δι’ εαυτό, από τον ίδιο τον άνθρωπο, σημαίνει άρση της ετερονομίας, των νόμων που ο ίδιος ο άνθρωπος ανακαλύπτει και θέτει, των νόμων του ανθρωποποίητου κόσμου, και παίρνουν τη μορφή ενός ανεξάρτητου κόσμου∙ μ’ άλλα λόγια σημαίνει αυτο-νομία.

Το σύγγραμμα του Ίστβαν Μέσαρος Η θεωρία του Μαρξ για την αλλοτρίωση, που σήμερα επανεκδίδεται από τις εκδόσεις κουκκίδα, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα το 1974, από τις εκδόσεις Ράππα.

Για όσους γνωρίζουν την εποχή, η ποιότητα και η ποσότητα των βιβλίων στην ελληνική γλώσσα ήταν μηδαμινή σε σχέση με ό,τι ο σημερινός αναγνώστης έχει στη διάθεσή του. Ανάμεσα στις εκδόσεις της εποχής το έργο του Μέσαρος ξεχώριζε τόσο ως προς την ποιότητα της μετάφρασης όσο και προς την λεπταίσθητη ανάλυση του θέματός του, της μαρξικής αλλοτρίωσης.

Σαράντα χρόνια μετά, και απ’ όσο μπορώ να εποπτεύω την βιβλιογραφία, έχω τη σταθερή έποψη ό,τι δεν υπάρχει μελέτη αυτού του ζητήματος που μπορεί να σταθεί με αξιώσεις στο πλευρό του Μέσαρος. Το έργο του Η θεωρία του Μαρξ για την αλλοτρίωση είναι ένα αναπόσπαστο μέρος της κλασικής εργογραφίας του μαρξισμού.
______________________________
[1] Βλ. Καρλ Μαρξ, Το κεφάλαιο, τομ. Ι, σ. 84 κ.ε., μτφρ.: Παναγιώτη Μαυρομμάτη, σύγχρονη εποχή, Αθήνα 1978.
[2] Βλ. Γκέοργκ Λούκατς, Η πραγμοποίηση και η συνείδηση του προλεταριάτου, σ. 304, εισαγ.-μτφρ.-σχόλια Κώστας Καβουλάκος, εκκρεμές, Αθήνα 2006. (Τα πλάγια του συγγραφέα).
[3] Μαθητών που ξεπέρασαν τον δάσκαλο, κάτι ιδιαίτερα τιμητικό για τον ίδιο. Μεταξύ αυτών χρειάζεται να αναφέρουμε τους Λυσιέν Γκολντμάν, Γκιόρκι Μάρκους, Κάρελ Κόσικ, Λέο Κόφλερ, Άγκνες Χέλερ, Φέρενκ Φέχερ και βέβαια τον συγγραφέα του παρόντος συγγράμματος Ίστβαν Μέσαρος.

Πηγή άρθρου